Menu

Διάσημοι χορευτές που ξεκίνησαν τις σπουδές στο μπαλέτο σε εφηβική ηλικία

  • Κατηγορία Νέα

Οι επαγγελματίες χορευτές συνήθως έχουν ξεκινήσει τα μαθήματα μπαλέτου από πολύ μικρή ηλικία. Περνούν από συγκεκριμένες βαθμίδες εκπαίδευσης και χρειάζεται πολλές ώρες μαθημάτων και προβών σχεδόν καθημερινά μέχρι να γίνουν επαγγελματίες χορευτές. Όμως πολλοί είναι και οι χορευτές που ξεκίνησαν το χορό σε εφηβική ηλικία καταφέρνοντας να εξελιχθούν πολύ γρήγορα λόγω του ταλέντου τους και να γίνουν κορυφαίοι καλλιτέχνες σε λιγότερα χρόνια απ' όσα διαρκούν τα προγράμματα σπουδών στο μπαλέτο. Αναμεσά τους μεγάλα ονόματα του χορού όπως οι Martha Graham, Rudolf Nureyev, José Limón, Misty Copeland, David Hallberg και πολλοί ακόμα σπουδαίοι χορευτές.

Αρκετές φορές οι χορευτές που ξεκινούν σε μεγαλύτερη ηλικία χορό μπορεί να έχουν εξασκηθεί στη ρυθμική γυμναστική ή στις πολεμικές τέχνες πριν αποφασίσουν να ασχοληθούν με το χορό επαγγελματικά. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει πάντα καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις υπερτερεί το πάθος για το χορό. Σίγουρα το ταλέντο και οι φυσικές ικανότητες ενός χορευτή διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω εξέλιξή του, όμως χρειάζεται και σκληρή προπόνηση, αφοσίωση και τύχη.

Θα δούμε λοιπόν παρακάτω κάποιους διάσημους χορευτές που ξεκίνησαν να ασχολούνται επαγγελματικά με το χορό σε εφηβική ηλικία:

Misty Copeland

Η διάσημη μπαλαρίνα Μίστι Κόπλαντ, ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια του χορού σήμερα, ξεκίνησε μπαλέτο σε ηλικία 13 ετών στο San Pedro City Ballet. Σε λίγους μήνες χόρευε ήδη σε pointe. Σε ηλικία 15 ετών κέρδισε την πρώτη θέση στον διαγωνισμό Music Center Spotlight Awards. Συνέχισε τις σπουδές της στο Lauridsen Ballet Center και στο San Francisco Ballet School ενώ συμμετείχε και στα καλοκαιρινά μαθήματα Summer Intensive του American Ballet Theatre με υποτροφία. Το ταλέντο της φάνηκε γρήγορα και ερμήνευσε γρήγορα κύριους ρόλους σε διάσημα κλασικά μπαλέτα όπως το ρόλο της Clara στο μπαλέτο The Nutcracker και το ρόλο της Kitri στο μπαλέτο Δον Κιχώτης. Εισήχθη στο ABT Studio Company τον Σεπτέμβριο του 2000, στη συνέχεια έγινε μέλος του corps de ballet τον Απρίλιο του 2001 και σολίστ τον Αύγουστο του 2007. Τον Αύγουστο του 2015 προήχθη σε κορυφαία χορεύτρια του American Ballet Theatre και έγινε η πρώτη Αφροαμερικανή χορεύτρια που έλαβε τον τίτλο principal dancer στα 75 χρόνια της ιστορίας του American Ballet Theatre. 

Darcey Bussell

H διάσημη Βρετανίδα πρίμα μπαλαρίνα Ντάρσι Μπάσελ χόρευε με το Royal Ballet από το 1989 έως το 2007 που αποχαιρέτησε τη σκηνή. Η Μπάσελ σπούδασε Arts Educational School του Λονδίνου πριν τις σπουδές της στο διάσημο Royal Ballet School σε ηλικία 13 ετών. Το 1987 έγινε μέλος του Sadler's Wells Royal Ballet με το οποίο χόρεψε πολλούς κορυφαίος ρόλους σε μπαλέτα. Όσο ακόμα βρισκόταν στη σχολή, ο διάσημος χορογράφος Kenneth MacMillan είχε παρατηρήσει την εξαιρετική τεχνική της και έτσι το 1988 αποφάσισε να δημιουργήσει με βάση την τεχνική της τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο μπαλέτο "The Prince of the Pagodas" σε μουσική Benjamin Britten. Ένα χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1989 την πρώτη βραδιά της παράστασης προήχθη σε κορυφαία χορεύτρια (principal dancer) σε ηλικία 20 ετών. Χόρεψε πολλούς κύριους ρόλους σε διάσημα μπαλέτα όπως Aurora στο The Sleeping Beauty, Odette/Odile στο Swan Lake, Nikiya και Gamzatti στο La Bayadere, Sugar Plum Fairy στο The Nutcracker, Manon στο L'Histoire de Manon, Giselle στο ομώνυμο μπαλέτο και άλλα. Εκτός από το Royal Ballet, η Μπάσελ χόρεψε και με άλλους διάσημους θιάσους όπως με το Μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου, τα Μπαλέτα Κίροφ, το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού, το Μπαλέτο του Αμβούργου και το Μπαλέτο της Αυστραλίας.

Έχει ερμηνεύσει περισσότερους από 80 διαφορετικούς ρόλους και 17 ρόλους που δημιουργήθηκαν για την ίδια. Μάλιστα χόρεψε το ρόλο της Aurora σε τέσσερις διαφορετικές παραγωγές του μπαλέτου The Sleeping Beauty, μεταξύ των οποίων και η παραγωγή του Sir Anthony Dowell που ανέβηκε στην Ουάσιγκτον παρουσία του Προέδρου Κλίντον. Επίσης χόρεψε στην πρεμιέρα του μπαλέτου Sylvia σε χορογραφία του Sir Frederik Ashton που παρουσιάστηκε στη Royal Opera House στο Covent Garden τον Νοέμβριο του 2004. Στις 8 Ιουνίου 2007 αποχαιρέτησε τη σκηνή με την παράσταση Song of the Earth σε χορογραφία Kenneth MacMillan. Συμμετείχε ως κριτής και στον τηλεοπτικό διαγωνισμό χορού του BBC, Strictly Come Dancing. Έχει αναγνωριστεί ως μία από τις σπουδαιότερες Βρετανίδες πρίμα μπαλαρίνες.

David Hallberg

Ο διάσημος χορευτής Ντέιβιντ Χάλμπεργκ έχει χορέψει ως principal dancer με το American Ballet Theatre και το Bolshoi Ballet και σήμερα είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Αυστραλίας. Η αγάπη του για το χορό εκδηλώθηκε όταν είδε μια ταινία του Fred Astaire. Ξεκίνησε να σπουδάζει χορό στο Ballet Arizona School. Παρότι έκανε μαθήματα τζαζ από την ηλικία των 10 ετών δεν είχε ξεκινήσει την εκπαίδευση στο μπαλέτο πριν τα 13. Μετά από τέσσερα χρόνια εντατικής προπόνησης έγινε δεκτός στη Σχολή του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού. Το 2000 έγινε μέλος του American Ballet Theatre's Studio Company και το 2001 έγινε μέλος του corps de ballet του American Ballet Theatre. Στη συνέχεια έγινε σολίστ το 2004 και σε principal dancer του American Ballet Theatre το 2006. Χόρεψε ως guest artist με πολλούς θιάσους μπαλέτου σε όλο τον κόσμο, όπως με το Mariinsky Ballet, το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού, το Μπαλέτο της Αυστραλίας, το Μπαλέτο του Κιέβου, το Μπαλέτο του Teatro Colón στο Μπουένος Άιρες και άλλα. Το 2010 ο Χάλμπεργκ κέρδισε το βραβείο Prix Benois de la Danse για το ρόλο του Count Albrecht στο μπαλέτο Giselle. Το 2011 έγινε ο πρώτος Αμερικανός που έγινε κορυφαίος χορευτής στο Μπαλέτο Μπολσόι. Από το Μάρτιο του 2020, ο Ντέιβιντ Χάλμπεργκ ανακοινώθηκε ότι θα είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Αυστραλίας και ανέλαβε τη θέση από τον Ιανουάριο του 2021. 

Calvin Royal III

O ταλαντούχος Κάλβιν Ρόιαλ Γ' είναι ο τρίτος Αφροαμερικανός χορευτής που έγινε principal dancer στο American Ballet Theatre. Κατάγεται από τη Φλόριντα, αρχικά σπούδασε πιάνο και συμμετείχε σε μια τοπική παράσταση με τίτλο "The Chocolate Nutcracker". Σε ηλικία 14 ετών δέχθηκε πρόταση να συμμετάσχει σε ακρόαση για το Pinellas County Center for the Arts, ένα πρόγραμμα χορού του Gibbs High School (Γυμνάσιο Gibbs στην Αγία Πετρούπολη της Φλόριντα) και έγινε δεκτός παρόλο που δεν είχε εκπαιδευτεί στο χορό. Σε ηλικία 17 ετών συμμετείχε στον μεγαλύτερο μη κερδοσκοπικό διαγωνισμό χορού Youth America Grand Prix και στη συνέχεια έλαβε υποτροφία για το Jacqueline Kennedy Onassis School στη Νέα Υόρκη. To 2007 έγινε μέλος του ABT II, του δεύτερου θιάσου μπαλέτου του American Ballet Theatre. To 2010 έγινε μέλος του κύριου θιάσου μπαλέτου ως σπουδαστής το 2010, αργότερα έγινε μέλος του corps de ballet το 2011 και σολίστ το 2017. Το 2019, ο Calvin Royal III και η Misty Copeland έγιναν το πρώτο ντουέτο στο American Ballet Theatre Αφροαμερικανών χορευτών που χόρευαν πολλούς πρωταγωνιστικούς ρόλους σε μπαλέτα, συμπεριλαμβανομένης της νέας παραγωγής του μπαλέτου Harlequinade από τον Alexei Ratmansky. Το ίδιο έτος ο Calvin Royal III έκανε το ντεμπούτο του στο μπαλέτο Apollo του George Balanchine. Το 2020 παρόλο που το ντεμπούτο του στα μπαλέτα Giselle και Romeo and Juliet του Kenneth MacMillan που καθυστέρησε λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, προήχθη σε κορυφαίο χορευτή του American Ballet Theatre. Με την μπαλαρίνα Misty Copeland χόρεψαν μαζί και σε παραστάσεις εκτός του διάσημου θιάσου μπαλέτου.

Martha Graham

Η Μάρθα Γκράχαμ με το ξεχωριστό ταλέντο της και την τεχνική της ως χορεύτρια και χορογράφος αναδιαμόρφωσε τον αμερικανικό χορό. Η Γκράχαμ γεννήθηκε στο Πίτσμπεργκ της Πενσυλβάνια το 1894. Το 1911 παρακολούθησε την πρώτη της παράσταση χορού στην Mason Opera House στο Λος Άντζελες. Στα μέσα της δεκαετίας 1910 είχε ξεκινήσει μαθήματα χορού στην νεοσύστατη σχολή χορού Denishawn School of Dancing and Related Arts (σχολή χορού και σχετικών τεχνών Ντένισον), στην οποία σπούδασε ως το 1923. Μετά την αποφοίτησή της άρχισε να αναζητά την αποτύπωση του εσωτερικού κόσμου μέσω των κινήσεων εγκαταλείποντας την αυστηρή τεχνική του κλασικού μπαλέτου. Το 1926 ίδρυσε την δική της ομάδα χορού που αποτελεί την παλαιότερη ομάδα χορού στην Αμερική. Το 1929 παρουσίασε την παράσταση Ερετικός και το 1931 παρουσίασε την παράσταση Πρωτόγονα Μυστήρια, το οποίο κέρδισε την προσοχή του κοινού και των κριτικών. Το 1938 χόρεψε στον Λευκό Οίκο και έγινε η πρώτη χορεύτρια που προσκλήθηκε να δώσει παράσταση εκεί.

Τα θέματα στις περισσότερες παραστάσεις της φαίνεται πως η Μάρθα Γκράχαμ τα είχε εμπνευστεί από την Αμερικανική και Ελληνική μυθολογία. Παρουσίασε έργα με πρωταγωνίστριες τις Μήδεια, Ιοκάστη, Άλκηστη, Φαίδρα και Αριάδνη, ενώ το 1958 παρουσίασε την παράσταση Κλυταιμνήστρα. Το μπαλέτο Κλυταιμνήστρα θεωρείται αριστούργημα του αμερικανικού μοντερνισμού του 20ού αιώνα. Το ρόλο της Κλυταιμνήστρας ενσάρκωσε η ίδια η Γκράχαμ. Η παράσταση γνώρισε μεγάλη επιτυχία και μάλιστα παρουσιάστηκε περιορισμένα στο Μπρόντγουεϊ. Η Μάρθα Γκράχαμ συνέχισε να χορεύει στη σκηνή μέχρι το 1970, σε ηλικία 74 ετών.  Συνέχισε να διδάσκει και να δημιουργεί χορογραφίες, παρουσιάζοντας ακόμη 10 παραστάσεις, η τελευταία το 1990. Το 1991 λίγο πριν φύγει από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών είχε ολοκληρώσει ένα σχεδιάγραμμα της αυτοβιογραφίας της. Η αυτοβιογραφία της με τίτλο Blood Memory κυκλοφόρησε το φθινόπωρο του 1991.

Rudolf Nureyev

Ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ ήταν ένας από τους σπουδαιότερους χορευτές του 20ου αιώνα που άφησε το δικό του στίγμα στην ιστορία του μπαλέτου. Γεννήθηκε το 1938 σ' ένα βαγόνι της Υπερσιβηρικής αμαξοστοιχίας κοντά στην πόλη Ιρκούτσκ. Η αγάπη του για το χορό εκδηλώθηκε όταν η μητέρα του τον πήγε μαζί με τις αδερφές του να παρακολουθήσουν μια παράσταση του μπαλέτου "Song of the Cranes". Ξεκίνησε την καριέρα του από τα διάσημα Μπαλέτα Κίροφ το 1958, αφού πρώτα σπούδασε στην Ακαδημία Βαγκάνοβα της Αγίας Πετρούπολης έχοντας γίνει δεκτός το 1955, σε ηλικία 17 ετών. Σύντομα διακρίθηκε για το ταλέντο και την αρμονία των κινήσεων του και άρχισε να χορεύει τους περισσότερους κύριους ρόλους σε διάσημα μπαλέτα. Το 1961 σε μία περιοδεία των μπαλέτων Κίροφ του Λένινγκραντ στο Παρίσι, ο 23χρονος τότε Ρούντολφ Νουρέγιεφ, που ήταν πρώτος χορευτής των μπαλέτων, ζήτησε πολιτικό άσυλο στη Γαλλία ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει με τον θίασο για την Αγγλία.

Στο Παρίσι αρχικά συνεργάστηκε με το Μεγάλο Μπαλέτο του Μαρκήσιου de Cuevas, σύντομα όμως πήγε στην Αγγλία, όπου απέκτησε τη βρετανική υπηκοότητα κι εκεί συνεργάστηκε με τα Βασιλικά Μπαλέτα του Λονδίνου (Royal Ballet), γνωρίζοντας την επιτυχία ως παρτενέρ της κατά 19 χρόνια μεγαλύτερής του Βρετανίδας πρίμα μπαλαρίνας, Μαργκότ Φοντέιν. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, κι ενώ παρέμεινε στο χορό ακόμη και όταν πέρασε τα 50 χρόνια του, συνεργάστηκε ακόμη με τα Βασιλικά Μπαλέτα της Σουηδίας, το Μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου, το Μπαλέτο του Βερολίνου και άλλα, ενώ διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού από το 1983 έως το 1989. Έχει ανεβάσει περισσότερα από 25 έργα μπαλέτου. Στη δεκαετία του '70 ασχολήθηκε με την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Το 1982 απέκτησε και την αυστριακή υπηκοότητα, αν και ζούσε κατά βάση στο Παρίσι. Έφυγε από τη ζωή στις 6 Ιανουαρίου 1993 από AIDS, σε ηλικία 55 ετών. 

José Limón

Ο José Limón ήταν χορευτής και χορογράφος που ανέπτυξε τη γνωστή σήμερα ως «τεχνική Limón». Τη δεκαετία του 1940 ίδρυσε το θίασο χορού José Limón Dance Company (σημερινό Limón Dance Company) και το 1968 δημιούργησε το José Limón Foundation για να συνεχίσει το έργο του. Στη χορογραφία του, ο Limón παρουσιάζει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ζωής με βάση τα σωματικά βιώματα. Ο χορός του περιλαμβάνει μεγάλες κινήσεις και κάμψεις που αποτυπώνουν το συναίσθημα. Ο José Limón γεννήθηκε το 1908 στο Μεξικό και το 1915 η οικογένειά του μετακόμισε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Μετά την αποφοίτησή του από το Lincoln High School, ο Limón σπούδασε χορό στο University of California, Los Angeles. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1928 για να σπουδάσει στο New York School of Design. Το 1929 παρακολούθησε μία από τις παραστάσεις των Harald Kreutzberg και Yvonne Georgi που του έδωσαν έμπνευση να ασχοληθεί με το χορό και έπειτα γράφτηκε στο Humphrey-Weidman school. Το 1930, ο Limón εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουεϊ και αργότερα τον ίδιο χρόνο χορογράφησε τον πρώτο του χορό, "Etude in D Minor", ένα ντουέτο με την Αμερικανίδα χορεύτρια Letitia Ide. Τα επόμενα χρόνια χόρεψε σε αρκετές παραστάσεις.

Το 1946 ίδρυσε τον θίασο χορού Limón Dance Company. Ανέπτυξε το ρεπερτόριο του και καθιέρωσε την τεχνική του που είναι γνωστή ως "τεχνική Limón". Το 1968, ο Limón δημιούργησε το Ίδρυμα José Limón για να συνεχίσει το έργο του ως χορογράφος και το 2008 έλαβε το Εθνικό Μετάλλιο για τις Τέχνες. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Limón, η τεχνική του "δίνει έμφαση στους φυσικούς ρυθμούς πτώσης και ανάκαμψης και στην αλληλεπίδραση μεταξύ βάρους και της έλλειψης βαρύτητας για να δίνει στους χορευτές μια φυσική προσέγγιση στην κίνηση που προσαρμόζεται εύκολα σε μια σειρά από χορογραφικά στυλ." Ο José Limón θεωρούσε πως οι χορευτές Isadora Duncan, Harald Kreutzberg, Doris Humphrey και Charles Weidman επηρέασαν αρκετά στο στυλ χορού του. Οι τελευταίες εμφανίσεις του Limón στη σκηνή ως χορευτής ήταν το 1969, στο The Traitor και στο The Moor's Pavane στην Ακαδημία Μουσικής του Μπρούκλιν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, παρότι έπασχε από καρκίνο, χορογράφησε και κινηματογράφησε ένα σόλο χορού για το CBS. Το 1971 ίδρυσε το λιγότερο γνωστό Jose Limón Philadelphia Dance Theater, το οποίο προοριζόταν να γίνει δεύτερος θίασος χορού. Έφυγε από τη ζωή το Δεκέμβριο του 1972 σε ηλικία 64 ετών.

Πηγές: wikipedia.org, abt.org

επιστροφή στην κορυφή