Menu

Τα επτά διασημότερα ρομαντικά μπαλέτα στην ιστορία του χορού

Το Ρομαντικό μπαλέτο προέρχεται από την εποχή κατά την οποία οι ιδέες του ρομαντισμού επηρέασαν την τέχνη και την λογοτεχνία. Η εποχή αυτή τοποθετείται από τις αρχές έως τα μέσα του 19ου αιώνα κυρίως στην Όπερα του Παρισιού και στο Θέατρο Her Majesty's Theatre στο Λονδίνο. Ο ρομαντισμός στο μπαλέτο θεωρείται ότι ξεκίνησε το 1827 στο Παρίσι, όταν η μπαλαρίνα Marie Taglioni χόρεψε στο μπαλέτο "Η Συλφίδα" ενώ έφτασε στο απόγειο του με την πρεμιέρα του έργου Pas de Quatre που δημιούργησε ο ballet master, Jules Perrot στο Λονδίνο το 1845. Το τέλος του ρομαντισμού στο μπαλέτο ήρθε σταδιακά. Το μπαλέτο Coppélia του Arthur Saint-Léon του 1870 θεωρείται το τελευταίο ρομαντικό μπαλέτο. Στόχος των ρομαντικών μπαλέτων ήταν η μπαλαρίνα να χορεύει έτσι ώστε να δίνει την αίσθηση ότι αιωρείται. Αυτή η ιδέα της έλλειψης βαρύτητας οδήγησε στο χορό σε παπούτσια πουέντ. 

Τα χαρακτηριστικά των ρομαντικών μπαλέτων

Στα ρομαντικά μπαλέτα οι μπαλαρίνες φορούν μακριές τούλινες φούστες και pointe για να δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι αιωρούνται.

Επίσης ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ρομαντικού μπαλέτου είναι τα ειδικά θεατρικά εφέ και ο ειδικός φωτισμός στη σκηνή ώστε οι χορευτές να παρουσιάζονται στο έργο ως υπερφυσικά όντα.

Επτά από τα διασημότερα ρομαντικά μπαλέτα

La Sylphide (Η Συλφίδα)

Η Συλφίδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1832 και θεωρείται ένα από τα πρώτα ρομαντικά μπαλέτα. Ο πρώτος χορογράφος του μπαλέτου ήταν ο Φιλίππο Ταγκλιονί (Philippe Taglioni). Πιο γνωστή είναι η παράσταση που χορογραφήθηκε από τον August Bournonville. Η εκδοχή του για το μπαλέτο Συλφίδα που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Κοπεγχάγη το 1836, αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της παράδοσης του Ρομαντικού μπαλέτου. Αποτέλεσε ένα σημαντικό έργο στον κόσμο του μπαλέτου.

Το μπαλέτο αφηγείται την ιστορία μιας αδύνατης αγάπης ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και ένα υπερφυσικό ον καθώς και τον έμφυτο πειρασμό του ανθρώπου για την άγνωστη και μερικές φορές επικίνδυνη ζωή. Το μπαλέτο παρουσιάζεται σε δύο πράξεις, συνήθως περίπου 90 λεπτά. Πολλοί συγχέουν το La Sylphide με το Les Sylphides, ένα άλλο μπαλέτο που περιλαμβάνει ένα μυθικό πλάσμα ή πνεύμα του δάσους. Τα δύο μπαλέτα είναι άσχετα μεταξύ τους, αν και περιλαμβάνουν υπερφυσικά όντα. Η ιστορία τοποθετείται στη Σκωτία, η οποία τη στιγμή που δημιουργήθηκε το μπαλέτο θεωρήθηκε ως εξωτικός τόπος. 

Ο August Bournoville δημιούργησε την δική του παραγωγή σε αναβίωση της παραγωγής του Taglioni για το Βασιλικό Μπαλέτο της Δανίας στην Κοπεγχάγη. Ο Herman Severin Løvenskiold δημιούργησε τη μουσική και η παράσταση παρουσιάστηκε το 1836.

Giselle (Ζιζέλ)

Το μπαλέτο Ζιζέλ (ή les Wilis) είναι ένα μπαλέτο δύο πράξεων με λιμπρέτο που έχουν συνθέσει οι Jules-Henri Vernoy de Saint-Georges και Théophile Gautier. Τη μουσική του μπαλέτου έχει συνθέσει ο Adolphe Adam ενώ τη χορογραφία δημιούργησαν οι Jean Coralli και Jules Perrot. Το μπαλέτο είναι εμπνευσμένο από ένα ποίημα του Heinrich Heine. 

Η Giselle παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το Μπαλέτο du Théâtre de l'Académie Royale de Musique στο Salle Le Peletier στο Παρίσι της Γαλλίας, στις 28 Ιουνίου 1841. Η χορογραφία των σύγχρονων παραγωγών γενικά προέρχεται από τις αναβιώσεις του Marius Petipa για το Αυτοκρατορικό Ρωσικό Μπαλέτο (Imperial Russian Ballet). 

Η ατμόσφαιρα του μπαλέτου είναι εμπνευσμένη από τα έργα του Βίκτωρος Ουγκώ, του Χάινριχ Χάινε και του κριτικού μπαλέτου Θεόφιλου Γκωτιέ. Ο Verney de Saint-Georges για το λιμπρέτο πρώτος είχε επηρεαστεί από το Orientales του Βίκτωρος Ουγκώ όπου υπάρχει η περιγραφή μιας αίθουσας χορού, στην οποία οι χορευτές ήταν καταδικασμένοι να χορεύουν όλη τη νύχτα και από το De l'Allemagne του Χάινε όπου παρουσιάζονται οι Wilis, Σλαβικά υπερφυσικά όντα που παρέσυραν τους νέους άνδρες χορεύοντας στο θάνατο. 

Pas de quatre

Το Grand Pas de Quatre είναι ένα μπαλέτο που χορογραφήθηκε από τον Jules Perrot το 1845, μετά από πρόταση του Benjamin Lumley, διευθυντή του Her Majesty's Theatre, με μουσική που συνέθεσε ο Cesare Pugni. Τη νύχτα που έκανε πρεμιέρα το Grand Pas de Quatre στο Λονδίνο, στις 12 Ιουλίου 1845, προκάλεσε αίσθηση στους κριτικούς και στο κοινό. Ο λόγος ήταν ότι συνέδεσε στη σκηνή τις τέσσερις μεγαλύτερες μπαλαρίνες εκείνης της εποχής, Lucile Grahn, Carlotta Grisi, Fanny Cerrito και Marie Taglioni. Η πέμπτη μεγάλη ρομαντική μπαλαρίνα της εποχής, η Fanny Elssler, είχε προσκληθεί να συμμετάσχει, αλλά αρνήθηκε και αντικαταστάθηκε από τη νεαρή Lucile Grahn που δέχτηκε χωρίς δισταγμό.

Το Pas de Quatre αποτύπωσε την ουσία του ρομαντικού στιλ καθώς οι μπαλαρίνες χορεύουν δημιουργώντας μια αίσθηση ελαφρότητας με βάση την κλασική τεχνική του μπαλέτου. Η χορογραφία δημιουργήθηκε έτσι ώστε να αναδεικνύει τα μεγαλύτερα προτερήματα κάθε μπαλαρίνας.

Η σειρά εμφάνισης των χορευτών έγινε με βάση την ηλικία, από την νεότερο στη μεγαλύτερη. Το αρχικό καστ του Pas de Quatre χόρεψε σε μόνο τέσσερις παραστάσεις μαζί. Η Βασίλισσα Βικτώρια του Ηνωμένου Βασιλείου και ο πρίγκιπας Αλβέρτος παρευρέθηκαν στις 17 Ιουλίου 1845, στην τρίτη από αυτές τις τέσσερις παραστάσεις.

Paquita (Πακίτα)

Η Paquita είναι ένα μπαλέτο σε δύο πράξεις και τρεις σκηνές αρχικά χορογραφημένo από τον Joseph Mazilier σε μουσική των Édouard Deldevez και Ludwig Minkus. Eίναι δημιουργία του Γάλλου συνθέτη Édouard Deldevez και του ballet master της Όπερας του Παρισιού, Joseph Mazilier. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Salle Le Peletier από το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού την 1η Απριλίου 1846 και διατηρήθηκε στο ρεπερτόριο της Όπερας μέχρι το 1851.

Το 1847, το μπαλέτο Paquita παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Ρωσία από το Αυτοκρατορικό Μπαλέτο της Αγίας Πετρούπολης από τους Marius Petipa και Pierre-Frédéric Malavergne. Ήταν το πρώτο έργο που ανέλαβε ο Petipa στη Ρωσία. Το 1881, ο Petipa ανέβασε μια αναβίωση του μπαλέτου, στο οποίο πρόσθεσε νέα κομμάτια σε σύνθεση του Ludwig Minkus. Η παραγωγή αυτή περιελάμβανε τα αποσπάσματα Paquita pas de trois στην πρώτη πράξη, το Paquita grand pas classique και Mazurka des enfants στην τελευταία πράξη. Η παραγωγή του Petipa διατηρήθηκε στο ρεπερτόριο του Θεάτρου Mariinsky έως το 1926.

Το 2001, η καλλιτεχνική διευθύντρια του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού, Μπριζίτ Λεφέβρ (Brigitte Lefèvre) ζήτησε από τον Γάλλο χορογράφο Pierre Lacotte να δημιουργήσει μια αναβίωση του μπαλέτου Paquita για το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού. Η Paquita παρουσιάστηκε ξανά από την Όπερα του Παρισιού το 2007. 

Το 2014 ο Ρώσος χορογράφος Alexei Ratmansky δημιούργησε μια νέα παραγωγή βασισμένη στην τελευταία αναβίωση του Petipa για το Μπαλέτο της Όπερας της Βαυαρίας.

Le Corsaire (Ο Κουρσάρος)

Ο Κουρσάρος είναι ένα μπαλέτο που συνήθως παρουσιάζεται σε τρεις πράξεις, με λιμπρέτο που αρχικά δημιουργήθηκε από τον Jules-Henri Vernoy de Saint-Georges με βάση το ποίημα The Corsair του Λόρδου Μπάιρον. Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 23 Ιανουαρίου 1856 από το Μπαλέτο του Théâtre Impérial de l´Opéra στο Παρίσι σε χορογραφία Joseph Mazilier και με μουσική του Adolphe Adam. Όλες οι σύγχρονες παραγωγές του μπαλέτου Le Corsaire βασίζονται στην παραγωγή του Marius Petipa για το Imperial Ballet της Αγίας Πετρούπολης (από τα μέσα ως τα τέλη του 19ου αιώνα).

Το πλήρες σε διάρκεια μπαλέτο Ο Κουρσάρος περιλαμβάνει πολλά διάσημα αποσπάσματα που συχνά παρουσιάζονται μεμονωμένα σε παραστάσεις όπως: η σκηνές Le jardin animé, Pas d'esclave, Pas de trois des odalisques και το γνωστό ως Le Corsaire pas de deux, ένα από τα διασημότερα pas de deux στον κόσμο του μπαλέτου.

Coppélia (Κοππέλια)

H Κοππέλια είναι ένα κωμικό μπαλέτο, αρχικά χορογραφημένο από τον Άρθουρ Σαιν-Λεόν (Arthur Saint-Léon), με μουσική του Λεό Ντελίμπ (Léo Delibes) και λιμπρέτο του Charles Nuitter. Το λιμπρέτο και οι σκηνές του μπαλέτου βασίζονται σε δύο ιστορίες του Ε. Τ. Α. Χόφμαν (ETA Hoffmann): το Der Sandmann (ή The Sandman) και το Die Puppe (ή The Doll). Το μπαλέτο Coppelia παρουσιάστηκε σε πρεμιέρα στις 25 Μαΐου 1870 στο Théâtre Impérial l'Opéra με πρωταγωνίστρια την 16χρονη τότε μπαλαρίνα Giuseppina Bozzacchi, η οποία ερμήνευσε τον ρόλο της Swanhilde. Η πετυχημένη παρουσίαση του μπαλέτου διακόπηκε προσωρινά από τον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο και την πολιορκία του Παρισιού, αλλά τελικά αποτέλεσε το έργο που ανέβηκε περισσότερες φορές στην Opéra.

Οι σύγχρονες παραγωγές του μπαλέτου Κοππέλια παραδοσιακά προέρχονται από τις αναβιώσεις, σκηνοθετημένες από τον Marius Petipa για το Αυτοκρατορικό Μπαλέτο (Imperial Ballet) της Αγίας Πετρούπολης στα τέλη του 19ου αιώνα. Η χορογραφία του Petipa ήταν τεκμηριωμένη στην μέθοδο χορογραφικής γραφής Stepanov του 20ου αιώνα. Αυτά τα σύμβολα γραφής χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για την παρουσίαση του μπαλέτου από άλλες κορυφαίες εταιρείες όπως το Vic-Wells Ballet (πρόδρομος του σημερινού Royal Ballet του Λονδίνου).

Ondine (Οντίν)

H Ondine είναι ένα μπαλέτο σε τρεις πράξεις και έξι σκηνές σε χορογραφία του Jules Perrot, μουσική του Cesare Pugni και λιμπρέτο εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα Undine του Γερμανού συγγραφέα Friedrich de la Motte Fouqué. Ο Pugni αφιέρωσε το έργο του στην Augusta, τη Δούκισσα του Κέιμπριτζ. Ενώ η αρχική παραγωγή του Λονδίνου χρησιμοποίησε τον τίτλο Ondine, ο Perrot ανέλαβε την αναβίωση του μπαλέτου με τον τίτλο, La naïade et le pêcheur, έναν τίτλο που χρησιμοποιήθηκε για όλες τις επόμενες παραγωγές του μπαλέτου.

Το μπαλέτο Ondine παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το Μπαλέτο του The Majesty's Theatre, στο Λονδίνο στις 22 Ιουνίου 1843. Η Fanny Cerrito χόρευε τον ρόλο τίτλου, ενώ ο ίδιος ο Perrot έπαιξε τον θνητό αγαπημένο της, τον ψαρά Mattéo. Τα πρωτότυπα σκηνικά σχεδιάστηκαν από τον William Grieve. Το έργο του Cesare Pugni αναγνωρίστηκε ως ένα αριστούργημα της μουσικής του μπαλέτου.

Με πληροφορίες από: wikipedia.org

επιστροφή στην κορυφή